Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
δεῖνος
δεῖνος
δείνοσμος
δεινότης
δεινόω
δείνωμα
δεινωπός
δείνωσις
δεινωτικός
δεινώψ
δειομένη
δεῖξις
δείους
Δειπάτυρος
δειπνάριον
δειπνεύς
δειπνεύω
δειπνέω
δειπνήεντα
δείπνηστος
δειπνηστύς
View word page
δειομένη
δειομένη·
δεισομένη,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δειομένη
Headword (normalized):
δειομένη
Headword (normalized/stripped):
δειομενη
IDX:
23736
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-23737
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δειομένη·</span> <span class="foreign greek">δεισομένη,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}