Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
δάσοφρυς
δασπέταλον
δασπλῆτις
δάσσα
δάσσω
δαστός
δασυγένειος
δασυγραφέω
δάσυθριξ
δασύκερκος
δασύκλωνον
δασυκνήμις
δασύκνημος
δασυκνήμων
Δασύλλιος
δασυλλις
δάσυμα
δασύμαλλος
δασυμέτωπος
δασυντέον
δασυντής
View word page
δασύκλωνον
δᾰσῠ/-κλωνον
,
τό
,
A).
=
πτερίς
, Ps.-
Dsc.
4.184
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δασύκλωνον
Headword (normalized):
δασύκλωνον
Headword (normalized/stripped):
δασυκλωνον
IDX:
23509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-23510
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δᾰσῠ/-κλωνον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πτερίς</span> , Ps.-<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 4.184 </span>.</div> </div><br><br>'}