Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δάμασις
δαμασίφρων
δαμασίφως
δαμασίχθων
Δαμασκηνόν
δαμαστέον
δαμαστής
δαμαστικός
δαμασώνιον
δαμάτειρα
Δαμάτηρ
δαματρίζειν
δαμάτριον
Δαμάτριος
δαμάω
Δάμεια
δαμείω
δαμέτας
δαμία
Δαμία
δαμεύω
View word page
Δαμάτηρ
Δαμάτηρ,
A). v. Δημήτηρ.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Δαμάτηρ
Headword (normalized):
δαμάτηρ
Headword (normalized/stripped):
δαματηρ
IDX:
23380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-23381
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Δαμάτηρ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">Δημήτηρ.</span> </div> </div><br><br>'}