Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δαιμόνιον
δαιμονιόπληκτος
δαιμόνιος
δαιμονιοῦχος
δαιμονίς
δαιμονισμός
δαιμονιώδης
δαιμονοβλάβεια
δαιμονομαχέω
δαιμονοπλήξ
δαιμονοπληξία
δαιμονοτάκτης
δαίμων
δαίνυμι
δατξανδρος
δάϊος
δαϊόφρων
δαϊόω
δαΐς
δάϊς
δαίς
View word page
δαιμονοπληξία
δαιμονο-πληξία, ,
A). = δαιμονιοπλ- , Petas. ap. Olymp.Alch. p.97B.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δαιμονοπληξία
Headword (normalized):
δαιμονοπληξία
Headword (normalized/stripped):
δαιμονοπληξια
IDX:
23239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-23240
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δαιμονο-πληξία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">δαιμονιοπλ-</span> , Petas. ap. Olymp.Alch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0011.tlg008.perseus-grc1:p.97B" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0011.tlg008.perseus-grc1:p.97B/canonical-url/"> p.97B. </a> </div> </div><br><br>'}