Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γυαλοθώραξ
γύαλον
γύαλος
γυβᾷ
γυβερνήτης
γυγαί
γύγης
γυέλιον
γύης
γυήτης
γυθίσσων
γυιαλθής
γυιαλκής
γυιαρκής
γυίζω
γυιβόρος
γυίδαμος
γυιδόνητος
γυίκολλος
γυῖον
γυιοπαγής
View word page
γυθίσσων
γυθίσσων (prob. γνυθ-)· διορύσσων, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γυθίσσων
Headword (normalized):
γυθίσσων
Headword (normalized/stripped):
γυθισσων
IDX:
22933
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22934
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γυθίσσων</span> (prob. <span class="foreign greek">γνυθ-</span>)<span class="foreign greek">· διορύσσων</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}