Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γράφος
γράφω
γραψαῖος
γραψείω
γράω
γραώδης
γρεῦς
γρηγορέω
γρηγόρησις
γρηγορία
γρηγορικός
γρήγορσις
γρήϊος
γρήνη
γρῆνος
γρηῦς
γρῖνος
γρίντης
γριπάομαι
γριπεύς
γριπεύω
View word page
γρηγορικός
γρηγορ-ικός, , όν,
A). wakeful, watchful, Id.


ShortDef

wakeful, watchful

Debugging

Headword:
γρηγορικός
Headword (normalized):
γρηγορικός
Headword (normalized/stripped):
γρηγορικος
IDX:
22833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22834
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γρηγορ-ικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">wakeful, watchful</span>, Id.</div> </div><br><br>'}