Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γραόφιλος
γραπίνης
γράπις
γραπτέον
γραπτεύς
γραπτήρ
γράπτης
γραπτός
γράπτρα
γραπτύς
γράσθι
γράσος
γράσσμα
γραστίζω
γραστισμός
γράστις
γράσων
γρασωνία
γραῦις
γραύκαλας
γραῦς
View word page
γράσθι
γράσθι,
A). v. γράω .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γράσθι
Headword (normalized):
γράσθι
Headword (normalized/stripped):
γρασθι
IDX:
22799
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22800
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γράσθι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">γράω</span> .</div> </div><br><br>'}