Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γραμμάριον
γραμματεία
γραμματείδιον
γραμματειδιοποιός
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματευτά
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματίας
γραμματίδιον
γραμματίζω
γραμματικεύομαι
γραμματικομάστιξ
γραμματικός
γραμμάτιον
γραμματισμός
γραμματιστής
γραμματιστική
γραμματοδιδασκαλεῖον
γραμματοδιδάσκαλος
View word page
γραμματίδιον
γραμμᾰτ-ίδιον,
A). v. γραμματείδιον .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γραμματίδιον
Headword (normalized):
γραμματίδιον
Headword (normalized/stripped):
γραμματιδιον
IDX:
22750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22751
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γραμμᾰτ-ίδιον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">γραμματείδιον</span> .</div> </div><br><br>'}