Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γραΐς
γραιωπίας
γράμμα
γραμμαθέπτα
γραμμάριον
γραμματεία
γραμματείδιον
γραμματειδιοποιός
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματευτά
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματίας
γραμματίδιον
γραμματίζω
γραμματικεύομαι
γραμματικομάστιξ
γραμματικός
γραμμάτιον
γραμματισμός
View word page
γραμματευτά
γραμμᾰτ-ευτά,
A). v. γραμαιτιτά .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γραμματευτά
Headword (normalized):
γραμματευτά
Headword (normalized/stripped):
γραμματευτα
IDX:
22746
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22747
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γραμμᾰτ-ευτά</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">γραμαιτιτά</span> .</div> </div><br><br>'}