Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
γλεῦκος
γλεῦξις
γλημώδης
γλήν
γλήνη
γληνίς
γληνοειδής
γλῆνος
γληνῶσαι
γλήχων
γληχωνίτης
γληχωνοειδές
γλία
γλιᾶται
γλίνη
γλῖνος
γλίον
γλισχραίνομαι
γλισχραντιλογεξεπίτριπτος
γλίσχρασμα
γλισχρεύομαι
View word page
γληχωνίτης
γληχωνίτης
οἶνος,
, wine
A).
prepared with
γλήχων
,
Dsc.
5.52
,
Gp.
8.7
.
ShortDef
prepared with
Debugging
Headword:
γληχωνίτης
Headword (normalized):
γληχωνίτης
Headword (normalized/stripped):
γληχωνιτης
IDX:
22301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22302
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γληχωνίτης</span> <span class="foreign greek">οἶνος,</span>, wine <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">prepared with</span> <span class="foreign greek">γλήχων</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 5.52 </span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Gp.</span> 8.7 </span>.</div> </div><br><br>'}