Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
γλαυκία
γλαυκόν
γλαυκιάω
γλαυκίδανον
γλαυκίδιον
γλαυκίζω
γλαυκινίδιον
γλαύκινος
γλαύκιον
γλαυκίσκος
γλαυκισμός
γλαυκοειδής
γλαυκόμματος
γλαυκός
γλαῦκος
γλαυκότης
γλαυκόφθαλμος
γλαυκοφόρβιδας
γλαυκοχαίτης
γλαυκόχροος
γλαυκόω
View word page
γλαυκισμός
γλαυκ-ισμός
,
ὁ
,
A).
dyeing blue-grey,
PHolm.
21.42
.
ShortDef
dyeing blue-grey
Debugging
Headword:
γλαυκισμός
Headword (normalized):
γλαυκισμός
Headword (normalized/stripped):
γλαυκισμος
IDX:
22253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22254
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γλαυκ-ισμός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">dyeing blue-grey,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PHolm.</span> 21.42 </span>.</div> </div><br><br>'}