Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γλακτοφόρος
γλάματα
γλαμάω
γλαμός
γλαμυξιάω
γλαμυρός
γλαμψοί
γλαμώδης
γλάμων
γλάνις
γλανοί
γλάνος
γλάξ
γλαρίς
γλάσσα
γλαυκειοῦς
γλαυκηπόρος
γλαυκία
γλαυκόν
γλαυκιάω
γλαυκίδανον
View word page
γλανοί
γλανοί· ἀχρεῖοι, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γλανοί
Headword (normalized):
γλανοί
Headword (normalized/stripped):
γλανοι
IDX:
22236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22237
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γλανοί·</span> <span class="foreign greek">ἀχρεῖοι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}