Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γηφοριών
γήχυτον
γία
Γιγάντειος
Γιγαντία
Γιγαντιάς
Γιγάντιος
Γιγαντολέτης
Γιγαντομαχία
Γιγαντόραιστος
Γιγαντοφθόρος
Γιγαντοφόνος
Γιγαντοφόντις
Γιγαντώδης
γιγαρτίς
γίγαρτον
γιγαρτώδης
γιγαρτώνιον
Γίγας
γιγγίδιον
γιγγίς
View word page
Γιγαντοφθόρος
Γῐγαντο-φθόρος, ον, = sq., Sch. Lyc. 63 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Γιγαντοφθόρος
Headword (normalized):
γιγαντοφθόρος
Headword (normalized/stripped):
γιγαντοφθορος
IDX:
22181
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22182
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Γῐγαντο-φθόρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = sq., Sch.<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Lyc.</span> 63 </span>.</div><br><br>'}