Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γηρύω
γηρωβοσκέω
γήτειον
γῄτης
γητικά
γητομέω
γηφαγέω
γηφάγος
γηφοριών
γήχυτον
γία
Γιγάντειος
Γιγαντία
Γιγαντιάς
Γιγάντιος
Γιγαντολέτης
Γιγαντομαχία
Γιγαντόραιστος
Γιγαντοφθόρος
Γιγαντοφόνος
Γιγαντοφόντις
View word page
γία
γία· ἄνθη (i. e. vία), Hsch. γίαι· ὀδύναι, Id. γίαρ[ες]· ἔαρ, Id. γιγαλία· ἡ γῆ, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γία
Headword (normalized):
γία
Headword (normalized/stripped):
για
IDX:
22173
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22174
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γία·</span> <span class="foreign greek">ἄνθη</span> (i. e. <span class="foreign greek">vία</span>), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> <span class="orth greek">γίαι·</span> <span class="foreign greek">ὀδύναι</span>, Id. <span class="orth greek">γίαρ[ες]·</span> <span class="foreign greek">ἔαρ</span>, Id. <span class="orth greek">γιγαλία·</span> <span class="foreign greek">ἡ γῆ</span>, Id.</div><br><br>'}