Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γηρότροφος
γηροφορέω
γηρόω
γηρυγόνος
γήρυμα
Γηρυόνης
γῆρυς
γηρύω
γηρωβοσκέω
γήτειον
γῄτης
γητικά
γητομέω
γηφαγέω
γηφάγος
γηφοριών
γήχυτον
γία
Γιγάντειος
Γιγαντία
Γιγαντιάς
View word page
γῄτης
γῄτης, , contr. for γηΐτης (q. v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γῄτης
Headword (normalized):
γῄτης
Headword (normalized/stripped):
γητης
IDX:
22166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22167
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γῄτης</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, contr. for <span class="foreign greek">γηΐτης</span> (q. v.).</div><br><br>'}