Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γεωχαρής
γῆ
γηγενέτης
γηγενής
γηγῆλιξ
γήδιον
γηθαλάσσιος
γηθαλέος
γῆθεν
γηθέω
γηθία
γῆθος
γηθοσύνη
γηθόσυνος
γηθυλλίς
γήθυον
γήινος
γηΐτης
γηλεχής
γηλιᾶσθαι
γήλοφος
View word page
γηθία
γηθία· ἤθη, Hsch. (For vήθεα.)


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γηθία
Headword (normalized):
γηθία
Headword (normalized/stripped):
γηθια
IDX:
22108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-22109
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γηθία·</span> <span class="foreign greek">ἤθη</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (For <span class="foreign greek">vήθεα</span>.)</div><br><br>'}