Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γειτνιάω
γείτνιος
γειτονεία
γειτονεύω
γειτονέω
γειτόνημα
γειτόνησις
γειτονία
γειτονιάω
γειτοσύνη
γειτόσυνος
γείτων
γειωπείνης
γειώρας
γεκαθά
γελανής
γέλανοι
γελανόω
γελαρής
γελασείω
γελάσιμος
View word page
γειτόσυνος
γειτό-συνος, ον,
A). neighbouring, AP 9.407 (Antip.).


ShortDef

neighbouring

Debugging

Headword:
γειτόσυνος
Headword (normalized):
γειτόσυνος
Headword (normalized/stripped):
γειτοσυνος
IDX:
21763
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21764
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γειτό-συνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">neighbouring,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">AP</span> 9.407 </span> (Antip.).</div> </div><br><br>'}