Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
γαλιδεύς
γάλινθοι
γαλιοβραχίων
γάλιον
γάλις
γαλλάζω
γαλλαῖος
γαλλερίας
γάλλι
γάλλια
γαλλιαμβικὸν
γαλλιάριος
γαλλικός
γαλλιστὶ
γαλλιώτας
γαλλομανής
Γάλλος
γάλμινος
γαλουργέω
γαλουχέω
γαλουχία
View word page
γαλλιαμβικὸν
γαλλῐαμβικὸν
μέτρον
, variety of Ion. metre used in cult of Cybele,
Heph.
12.3
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
γαλλιαμβικὸν
Headword (normalized):
γαλλιαμβικὸν
Headword (normalized/stripped):
γαλλιαμβικον
IDX:
21528
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21529
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γαλλῐαμβικὸν</span> <span class="foreign greek">μέτρον</span>, variety of Ion. metre used in cult of Cybele, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1402.tlg001:12:3" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1402.tlg001:12.3/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Heph.</span> 12.3 </a>.</div><br><br>'}