Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
γάλαξ
γαλαξαῖος
γαλαξήεις
γαλάξια
γαλαξίας
γαλαξιών
γαλαρίας
γάλας
Γαλάται
Γαλατάρχης
γαλάτιον
γάλβινα
γαλεάγκων
γαλεάγρα
γαλέαγρος
γαλέη
γαλεόβδολον
γαλεοειδής
γαλεός
γαλερός
γαλερωπός
View word page
γαλάτιον
γαλάτιον
,
A).
v.
γαλαίριον
.
γαλατμόν·
λάχανον ἄγριον
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
γαλάτιον
Headword (normalized):
γαλάτιον
Headword (normalized/stripped):
γαλατιον
IDX:
21481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21482
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γαλάτιον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">γαλαίριον</span> . <span class="orth greek">γαλατμόν·</span> <span class="foreign greek">λάχανον ἄγριον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}