Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γαλακτόχρως
γαλακτώδης
γαλάκτωσις
γαλάνα
γάλαξ
γαλαξαῖος
γαλαξήεις
γαλάξια
γαλαξίας
γαλαξιών
γαλαρίας
γάλας
Γαλάται
Γαλατάρχης
γαλάτιον
γάλβινα
γαλεάγκων
γαλεάγρα
γαλέαγρος
γαλέη
γαλεόβδολον
View word page
γαλαρίας
γαλαρίας, ου, ,
A). = ὀνίσκος , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γαλαρίας
Headword (normalized):
γαλαρίας
Headword (normalized/stripped):
γαλαριας
IDX:
21477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21478
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γαλαρίας</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ὀνίσκος</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}