Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

γαλακτοκράς
γαλακτόομαι
γαλακτοπαγής
γαλακτοποιέω
γαλακτοποιητικός
γαλακτοποιΐα
γαλακτοποσία
γαλακτοποτέω
γαλακτοπότης
γαλακτοπώλης
γαλακτόρυτος
γαλακτοτροφέω
γαλακτοτρόφησις
γαλακτοτροφία
γαλακτουργέω
γαλακτουργός
γαλακτουχέω
γαλακτοῦχος
γαλακτοφαγέω
γαλακτοφορία
γαλακτοφόρος
View word page
γαλακτόρυτος
γᾰλακτό-ρῠτος, ον,
A). flowing with milk, κρῆναι Lyr.Alex.Adesp. 37.11 .


ShortDef

flowing with milk

Debugging

Headword:
γαλακτόρυτος
Headword (normalized):
γαλακτόρυτος
Headword (normalized/stripped):
γαλακτορυτος
IDX:
21456
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21457
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γᾰλακτό-ρῠτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">flowing with milk</span>, <span class="quote greek">κρῆναι</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Lyr.Alex.Adesp.</span> 37.11 </span> .</div> </div><br><br>'}