Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βώχ
γ
γα1
γᾶ2
γαβαθόν
γαβαλάν
Γαγάτης
γαγγαίνειν
γαγγαλιάω
γαγγαλίζω
γαγγαλίδες
γάγγαλος
γαγγαμεύς
γαγγαμευτής
γάγγαμον
γαγγαμουλκός
Γαγγητικός
γαγγίας
γαγγαλίας
Γαγγῖτις
γαγγλίον
View word page
γαγγαλίδες
γαγγᾰλ-ίδες· γελασῖνοι, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γαγγαλίδες
Headword (normalized):
γαγγαλίδες
Headword (normalized/stripped):
γαγγαλιδες
IDX:
21365
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21366
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">γαγγᾰλ-ίδες·</span> <span class="foreign greek">γελασῖνοι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}