Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
βώνημα
βωνίτης
βῶξ
βωρεύς
Βωρθία
βώριμος
βῶροι
βῶς
βωσαρή
βώσας
βωσιδία
βωσίον
βωστήρ
βωστρέω
βωτάριον
βωτάζειν
βωτιάνειρα
βώτωρ
βώχ
γ
γα1
View word page
βωσιδία
βωσιδία
,
ἡ
, = sq.,
Sammelb.
1160.4
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
βωσιδία
Headword (normalized):
βωσιδία
Headword (normalized/stripped):
βωσιδια
IDX:
21347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21348
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βωσιδία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Sammelb.</span> 1160.4 </span>.</div><br><br>'}