Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βρύσται
Βρυσωνοθρασυμαχειοληψικέρματος
βρύτανα
βρυτανεῖον
βρύτεα
βρύτηρ
βρυτιγγοί
βρυτικός
βρύτινος
βρυτίς
βρύτιχοι
βρυτονία
βρύτον
βρῦτος
βρύττειν
βρυχάνα
βρυχανάομαι
βρυχάομαι
βρυχετός
βρυχή
βρυχηδόν
View word page
βρύτιχοι
βρύτιχοι· βάτραχοι μικροὶ ἔχοντες οὐράς, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βρύτιχοι
Headword (normalized):
βρύτιχοι
Headword (normalized/stripped):
βρυτιχοι
IDX:
21125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-21126
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βρύτιχοι·</span> <span class="foreign greek">βάτραχοι μικροὶ ἔχοντες οὐράς</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}