Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
βρητός
βρῖ
βρία
βριαγχόνη
Βρίακχος
Βριάρεως
βριαρός
βριαρότης
βριαρόχειρ
βριάω
βρίγκα
βρίγκος
βριγκώμενον
βριγχός
βριερός
βρίζα
βρίζω1
βριζώ2
βριήπυος
βρίηρον
βρῖθος
View word page
βρίγκα
βρίγκα·
μικρόν
(
Cypr.
),
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
βρίγκα
Headword (normalized):
βρίγκα
Headword (normalized/stripped):
βριγκα
IDX:
20965
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20966
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βρίγκα·</span> <span class="foreign greek">μικρόν</span> (<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cypr.</span></span>), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}