Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βράδων
βράζω
βράθυ
βράκαι
βράκαλον
βράκανα
βρακεῖν
βρακέλλαι
βράκετ
βράκια
βρακίας
βράκος
βράπτω
βράσις
βράσμα
βρασματίας
βρασμός
βρασσιότροχος
βράσσω
βράσσων
βραστέον
View word page
βρακίας
βρακίας· τραχεῖς τόπους, Hsch. (fort. βραχ-, cf. ῥαχία).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βρακίας
Headword (normalized):
βρακίας
Headword (normalized/stripped):
βρακιας
IDX:
20811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20812
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βρακίας·</span> <span class="foreign greek">τραχεῖς τόπους</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (fort. <span class="foreign greek">βραχ-</span>, cf. <span class="foreign greek">ῥαχία</span>).</div><br><br>'}