Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
βουπομπός
βουπόρος
βουπρηόνες
βούπρηστις
βουπρόσωπος
βούπρῳρος
βούπρως
βούπτινον
βουργάριος
βουρδών
βουρικυπάρισσος
βούρινον
βουριχάλλιον
βούρυγχος
βοῦς
βούσβατον
βουσέλινον
βουσή
βουσκαφέω
βουσκητήριον
βουσόη
View word page
βουρικυπάρισσος
βουρικυπάρισσος·
ἄμπελος
(Perga),
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
βουρικυπάρισσος
Headword (normalized):
βουρικυπάρισσος
Headword (normalized/stripped):
βουρικυπαρισσος
IDX:
20669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20670
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βουρικυπάρισσος·</span> <span class="foreign greek">ἄμπελος</span> (Perga), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}