Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βούλευσις
βουλευτέον
βουλευτήρ
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
βουλευτικός
βούλευτις
βουλευτός
βουλεύω
βουλεψίη
βουλή
βουληγορέω
βουληγορία
βουληγόρος
βουλήεις
βούλημα
βουλημάτιον
βούλησις
βουλητέος
βουλητός
View word page
βουλεψίη
βουλεψίη, dub. sens. of the Amazons, Xanth. ap. Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βουλεψίη
Headword (normalized):
βουλεψίη
Headword (normalized/stripped):
βουλεψιη
IDX:
20598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20599
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βουλεψίη</span>, dub. sens. of the Amazons, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Xanth.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}