Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
βοσκή
βόσκημα
βοσκηματώδης
βόσκησις
βοσκητέον
βοσκήτωρ
βοσκός
βόσκω
βόσμορον
βόσπορος
βοσπόριος
βοσπορεῖον
βοσπορίτης
βοσπορανός
βοστρυχηδόν
βοστρυχιδῆ
βοστρυχίζω
βοστρύχιον
βοστρυχίτης
βοστρυχοειδής
βόστρυχος
View word page
βοσπόριος
βοσπόρ-ιος
,
α
,
ον
, Id.
Aj.
l.c.:
ShortDef
of the Bosporus
Debugging
Headword:
βοσπόριος
Headword (normalized):
βοσπόριος
Headword (normalized/stripped):
βοσποριος
IDX:
20415
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20416
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βοσπόρ-ιος</span>, <span class="itype greek">α</span>, <span class="itype greek">ον</span>, Id.<span class="title" style="font-style: italic;">Aj.</span>l.c.:</div><br><br>'}