Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βλάστη
βλάστημα
βλαστημός
βλαστήμων
βλάστησις
βλαστητικός
βλαστικός
βλαστοδρεπής
βλαστοκοπέω
βλαστολογέω
βλαστόν
βλαστός
βλαστοφυέω
βλαστόω
βλασφημέω
βλασφημία
βλάσφημος
βλάττα
βλάτταν
βλαύτη
βλαυτίον
View word page
βλαστόν
βλαστόν, τό, = sq., Nic. Fr. 74.52 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βλαστόν
Headword (normalized):
βλαστόν
Headword (normalized/stripped):
βλαστον
IDX:
20063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20064
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βλαστόν</span>, <span class="gen greek">τό</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Nic.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Fr.</span> 74.52 </span>.</div><br><br>'}