Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βλαιτόνους
βλακεία
βλακεννόμιον
βλάκευμα
βλακεύω
βλακίας
βλακικός
βλακότης
βλακώδης
βλάμμα
βλάνος
βλάξ
βλαπτήριος
βλαπτικός
βλάπτω
βλάσαμον
βλάσκει
βλαστάνω
βλασταρίζουσα
βλαστάω
βλαστεῖον
View word page
βλάνος
βλάνος· τυφλώδης, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βλάνος
Headword (normalized):
βλάνος
Headword (normalized/stripped):
βλανος
IDX:
20042
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-20043
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βλάνος·</span> <span class="foreign greek">τυφλώδης</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}