Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βαθύβουλος
βαθύγειος
βαθυγένειος
βαθυγήρως
βαθύγλωσσος
βαθυγνώμων
βαθυδείελος
βαθύδενδρος
βαθυδίνης
βαθυδίνης
βαθυδινήτης
βαθύδοξος
βαθυεργέω
βαθύζωνος
βάθυθριξ
βαθυκαμπής
βαθυκάρδιος
βαθύκαρπος
βαθυκήτης
βαθυκλεής
βαθύκληρος
View word page
βαθυδινήτης
βᾰθῠ-δῑνήτης, Doroth. 11 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βαθυδινήτης
Headword (normalized):
βαθυδινήτης
Headword (normalized/stripped):
βαθυδινητης
IDX:
19027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-19028
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βᾰθῠ-δῑνήτης</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1337.tlg001:11" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1337.tlg001:11/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Doroth.</span> 11 </a>.</div><br><br>'}