Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

βαθυαίδοιος
βαθύβουλος
βαθύγειος
βαθυγένειος
βαθυγήρως
βαθύγλωσσος
βαθυγνώμων
βαθυδείελος
βαθύδενδρος
βαθυδίνης
βαθυδίνης
βαθυδινήτης
βαθύδοξος
βαθυεργέω
βαθύζωνος
βάθυθριξ
βαθυκαμπής
βαθυκάρδιος
βαθύκαρπος
βαθυκήτης
βαθυκλεής
View word page
βαθυδίνης
βᾰθῠ-δίνης, ες, Dem.Bith. 4.4 :


ShortDef

deep-eddying

Debugging

Headword:
βαθυδίνης
Headword (normalized):
βαθυδίνης
Headword (normalized/stripped):
βαθυδινης
IDX:
19026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-19027
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">βᾰθῠ-δίνης</span>, <span class="itype greek">ες</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1308.tlg001:4:4" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1308.tlg001:4.4/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dem.Bith.</span> 4.4 </a>:</div><br><br>'}