Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀχρηστέω
ἀχρηστία
ἀχρηστολογέω
ἄχρηστος
ἀχρηστόω
ἄχρι
ἀχρισατέες
ἀχροέω
ἄχροια
ἄχρονος
ἀχρονοτριβής
ἄχροος
ἄχρυσος
ἀχρωμάτιστος
ἀχρώματος
ἄχρωμος
ἄχρως
ἄχρωστος
ἀχρώτιστος
ἄχυ
ἀχυλία
View word page
ἀχρονοτριβής
ἀχρονοτρῐβής
,
ές
,
A).
not wasting time,
Hsch.
ShortDef
not wasting time
Debugging
Headword:
ἀχρονοτριβής
Headword (normalized):
ἀχρονοτριβής
Headword (normalized/stripped):
αχρονοτριβης
IDX:
18795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-18796
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀχρονοτρῐβής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">not wasting time,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}