Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀχάλινος
ἀχαλίνωτος
ἀχάλιον
ἀχάλκεος
ἀχάλκευτος
ἀχαλκέω
ἀχαλκής
ἄχαλκος
ἀχάλκωτος
ἀχανά
ἀχανδής
ἀχάνεια
ἀχάνη
ἀχανής
ἀχανόωσαν
ἀχάντιον
ἀχάρακτος
ἀχαράκωτος
ἀχαρές
ἀχαριότης
ἄχαρις
View word page
ἀχανδής
ἀχανδής
,
ές
, dub. in
Anacreont.
56.35
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀχανδής
Headword (normalized):
ἀχανδής
Headword (normalized/stripped):
αχανδης
IDX:
18640
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-18641
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀχανδής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, dub. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Anacreont.</span> 56.35 </span>.</div><br><br>'}