Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἄφηνα
ἀφηνιάζω
ἀφηνίασις
ἀφηνιασμός
ἀφηνιαστής
ἀφηράαν
ἀφηρωΐζω
ἀφῆς
ἁφήσασθαι
ἀφησυχάζω
ἀφητορεία
ἀφήτωρ
ἄφθα1
ἄφθα2
ἀφθαρσία
ἄφθαρτος
ἅφθας
ἀφθάστως
ἀφθάω
ἀφθεγγής
ἀφθεγκτέω
View word page
ἀφητορεία
ἀφητορεία·
μαντεία,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀφητορεία
Headword (normalized):
ἀφητορεία
Headword (normalized/stripped):
αφητορεια
IDX:
18293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-18294
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀφητορεία·</span> <span class="foreign greek">μαντεία,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}