Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀτιμωρητεί
ἀτιμώρητος
ἀτίμωσις
ἀτίνακτος
ἀτισανδρέω
ἀτιτάλλω
ἀτιτάλτας
ἀτίταν
ἀτιτέω
ἀτίτης
ἀτίτηστον
ἄτιτος
ἀτίω
Ἀτλαγενής
Ἀτλαντικός
Ἄτλας
ἄτλας
ἀτλησία
ἀτλησίφρων
ἀτλητέω
ἄτλητος
View word page
ἀτίτηστον
ἀτίτηστον· ἀπρόμηθες, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀτίτηστον
Headword (normalized):
ἀτίτηστον
Headword (normalized/stripped):
ατιτηστον
IDX:
17100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-17101
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀτίτηστον·</span> <span class="foreign greek">ἀπρόμηθες,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}