Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀστρομαντεία
ἀστρομαντική
ἀστρόμαντις
ἄστρον
ἀστρονομέω
ἀστρονόμημα
ἀστρονομία
ἀστρονομικός
ἀστρονόμος
ἀστρόπληγος
ἀστροποιέω
ἀστροσκοπέω
ἀστροσκοπία
ἀστροτέχνημα
ἀστρούθιστος
ἀστροφαής
ἀστροφεγγής
ἀστροφόρος
ἄστροφος
ἀστροχίτων
ἀστρώδης
View word page
ἀστροποιέω
ἀστρο-ποιέω
τι
A).
make a constellation of
it,
An.Ox.
3.164
.
ShortDef
make a constellation of
Debugging
Headword:
ἀστροποιέω
Headword (normalized):
ἀστροποιέω
Headword (normalized/stripped):
αστροποιεω
IDX:
16671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-16672
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀστρο-ποιέω</span> <span class="itype greek">τι</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">make a constellation of</span> it, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">An.Ox.</span> 3.164 </span>.</div> </div><br><br>'}