Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀστρηνές
ἀστρίζω
ἀστρικός
ἄστριον
ἄστρις
ἀστροάρχη
ἀστροβλέφαρος
ἀστροβλής
ἀστροβλησία
ἀστρόβλητος
ἀστροβοᾶν
ἀστροβολέομαι
ἀστροβολησία
ἀστροβόλητος
ἀστροβολία
ἀστροβολίζομαι
ἀστρόβολος
ἀστροβρόντης
ἀστρογείτων
ἀστροδάμας
ἀστροδίαιτος
View word page
ἀστροβοᾶν
ἀστρο-βοᾶν,
A). f.l. for ἀστρόβολον , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀστροβοᾶν
Headword (normalized):
ἀστροβοᾶν
Headword (normalized/stripped):
αστροβοαν
IDX:
16633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-16634
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀστρο-βοᾶν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f.l. for <span class="ref greek">ἀστρόβολον</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}