Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀστραφιστήρ
ἄστραψις
ἀστρεκίας
ἄστρεπτος
ἀστρεφής
ἀστρηνές
ἀστρίζω
ἀστρικός
ἄστριον
ἄστρις
ἀστροάρχη
ἀστροβλέφαρος
ἀστροβλής
ἀστροβλησία
ἀστρόβλητος
ἀστροβοᾶν
ἀστροβολέομαι
ἀστροβολησία
ἀστροβόλητος
ἀστροβολία
ἀστροβολίζομαι
View word page
ἀστροάρχη
ἀστρο-άρχη,
A). v. ἀστράρχη.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀστροάρχη
Headword (normalized):
ἀστροάρχη
Headword (normalized/stripped):
αστροαρχη
IDX:
16628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-16629
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀστρο-άρχη</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ἀστράρχη.</span> </div> </div><br><br>'}