Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀστραπηφορέω
ἀστραπηφόρος
ἀστράπιος
ἀστραποειδής
ἀστραποκτυποδίωκτα
ἀστραπόπληκτος
ἀστραπτικός
ἀστράπτω
ἀστράρχη
ἀστρατεία
ἀστρατευσία
ἀστράτευτος
ἀστρατηγησία
ἀστρατήγητος
ἀστρατηγία
ἀστραφής
ἀστραφιστήρ
ἄστραψις
ἀστρεκίας
ἄστρεπτος
ἀστρεφής
View word page
ἀστρατευσία
ἀστρᾰτ-ευσία, , = foreg.I, Sammelb. 4224.14 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀστρατευσία
Headword (normalized):
ἀστρατευσία
Headword (normalized/stripped):
αστρατευσια
IDX:
16612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-16613
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀστρᾰτ-ευσία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg.I, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Sammelb.</span> 4224.14 </span>.</div><br><br>'}