Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀειλογέω
ἀειλογία
ἄειλος
ἀείμαργος
ἀειμεριστός
ἀειμετάβλητος
ἀειμεταβόλος
ἀειμνημόνευτος
ἀειμνήμων
ἀείμνηστος
ἀειναής
ἀείναος
ἀειναῦται
ἀεινεφεῖς
ἀείνως
ἀειπαθής
ἀειπάθεια
ἀειπαλής
ἀειπάρθενος
ἀείπλανος
ἄειρον
View word page
ἀειναής
ἀει-νᾰής, ές, = sq., Nic. Fr. 78 , in Ep. dat. pl. ἀειναέεσσι.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀειναής
Headword (normalized):
ἀειναής
Headword (normalized/stripped):
αειναης
IDX:
1627
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-1628
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀει-νᾰής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Nic.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Fr.</span> 78 </span>, in Ep. dat. pl. <span class="foreign greek">ἀειναέεσσι.</span> </div><br><br>'}