Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀσελγομανέω
ἀσελγοποιός
ἀσέληνος
ἀσέλινος
ἀσεμνολόγητος
ἄσεμνος
ἀσεπτέω
ἄσεπτος
ἄση
ἀσηκορίς
ἀσημάνθρωπος
ἀσήμαντος
ἀσήμαντρος
ἀσημείωτος
ἀσημοκλέπτης
ἄσημος
ἀσημότης
ἀσήμων
ἀσημωνία
ἄσηπτος
ἀσηρής
View word page
ἀσημάνθρωπος
ἀσημ-άνθρωπος
,
ὁ
, 'electron-man', Zos.Alch.
p.207B.
; cf.
ἀργυράνθρωπος.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀσημάνθρωπος
Headword (normalized):
ἀσημάνθρωπος
Headword (normalized/stripped):
ασημανθρωπος
IDX:
16155
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-16156
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀσημ-άνθρωπος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, \'electron-man\', Zos.Alch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4085.tlg001:p.207B" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4085.tlg001:p.207B/canonical-url/"> p.207B. </a>; cf. <span class="foreign greek">ἀργυράνθρωπος.</span> </div><br><br>'}