Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀρχικέραυνος
ἀρχικερδέμπορος
ἀρχικήπουρος
ἀρχίκλοπος
ἀρχίκλωψ
ἀρχικοιτωνίτης
ἀρχικός
ἀρχικυβερνήτης
ἀρχικυνηγός
ἀρχιλῃστής
ἀρχιλλάν
Ἀρχιλόχειος
ἀρχιμάγειρος
ἀρχίμαγος
ἀρχιμανδρίτης
ἀρχιμάχιμος
ἀρχιμηχανικός
ἀρχίμιμος
ἀρχιμύστης
ἀρχινακορέω
ἀρχιναυφύλαξ
View word page
ἀρχιλλάν
ἀρχιλλάν· ἀρχιποίμενα (Cret.), Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀρχιλλάν
Headword (normalized):
ἀρχιλλάν
Headword (normalized/stripped):
αρχιλλαν
IDX:
15966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-15967
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀρχιλλάν·</span> <span class="foreign greek">ἀρχιποίμενα</span> (Cret.), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}