Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀβούλευτος
ἀβουλέω
ἀβούλητος
ἀβουλία
ἄβουλος
ἀβουσκολεῖ
ἀβούτης
ἄβουτον
ἅβρα
ἀβράβεσθαι
ἀβραμίδιον
ἀβραμίς
ἀβραμύας
ἄβραχος
ἄβρεκτος
ἀβρεμής
ἁβρίζομαι
ἀβριθής
ἄβρικτος
ἀβρινά
ἁβροβάτης
View word page
ἀβραμίδιον
ἀβραμίδιον, τό, Dim. of sq., Xenocr 78 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀβραμίδιον
Headword (normalized):
ἀβραμίδιον
Headword (normalized/stripped):
αβραμιδιον
IDX:
154
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-155
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀβραμίδιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of sq., Xenocr <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4085.tlg001:78" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4085.tlg001:78/canonical-url/"> 78 </a>.</div><br><br>'}