Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Ἀριστάρχειος
ἀρισταρχέω
ἀριστάφυλος
ἀριστάω
ἀριστεία1
ἀριστεῖα2
ἀριστεῖος
ἀριστεραχόθεν
ἀριστερεών
ἀριστερομάχος
ἀριστερόπηρος
ἀριστερός
ἀριστεροστάτης
ἀριστερόφιν
ἀριστερόχειρ
ἀρίστευμα
ἀριστεύς
ἀριστευτής
ἀριστευτικός
ἀριστεύω
ἀριστέφανος
View word page
ἀριστερόπηρος
ἀριστερό-πηρος, ον,
A). paralysed on the left side, BGU 367.8 (vi A. D.).


ShortDef

paralysed on the left side

Debugging

Headword:
ἀριστερόπηρος
Headword (normalized):
ἀριστερόπηρος
Headword (normalized/stripped):
αριστεροπηρος
IDX:
15087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-15088
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀριστερό-πηρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">paralysed on the left side</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BGU</span> 367.8 </span> (vi A. D.).</div> </div><br><br>'}