Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀριθμητέος
ἀριθμητής
ἀριθμητικός
ἀριθμητός
ἀρίθμιος
ἀριθμοποιός
ἀριθμός
ἀριθμοστόν
ἀρίκεσι
ἀρικύμων
ἄριλλα
ἀριμάζω
Ἀριμασποί
ἀρίμηλον
ἄριμος
ἄριν
ἀρίξαι
Ἄριοι
Ἀριοντία
ἀρίπικρος
ἀριπρέπεια
View word page
ἄριλλα
ἄριλλα, , dub. sens. in IGRom. 4.1349 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄριλλα
Headword (normalized):
ἄριλλα
Headword (normalized/stripped):
αριλλα
IDX:
15051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-15052
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἄριλλα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, dub. sens. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IGRom.</span> 4.1349 </span>.</div><br><br>'}