Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀρίθμημα
ἀρίθμησις
ἀριθμητέος
ἀριθμητής
ἀριθμητικός
ἀριθμητός
ἀρίθμιος
ἀριθμοποιός
ἀριθμός
ἀριθμοστόν
ἀρίκεσι
ἀρικύμων
ἄριλλα
ἀριμάζω
Ἀριμασποί
ἀρίμηλον
ἄριμος
ἄριν
ἀρίξαι
Ἄριοι
Ἀριοντία
View word page
ἀρίκεσι
ἀρίκεσι· χαλεπαῖς, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀρίκεσι
Headword (normalized):
ἀρίκεσι
Headword (normalized/stripped):
αρικεσι
IDX:
15049
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-15050
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀρίκεσι·</span> <span class="foreign greek">χαλεπαῖς,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}