Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀδουσιασάμενοι
ἀδραία
ἀδράνεια
ἀδράνεος
ἀδρανέω
ἀδρανής
ἀδρανίζομαι
Ἀδράστεια
ἄδραστος
ἄδρατος
ἀδράφαξυς
ἀδρέπανος
ἁδρεπήβολος
ἄδρεπτος
ἁδρέω
Ἀδρίας
ἀδρανανικός
ἀδρανατικός
ἄδριμυς
ἁδρόβωλος
ἁδρογραφία
View word page
ἀδράφαξυς
ἀδράφαξυς or ἁδράφαξυς, ,
A). v. ἀτράφαξυς .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀδράφαξυς
Headword (normalized):
ἀδράφαξυς
Headword (normalized/stripped):
αδραφαξυς
IDX:
1481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-1482
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀδράφαξυς</span> or <span class="orth greek">ἁδράφαξυς</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ἀτράφαξυς</span> .</div> </div><br><br>'}