Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀποτετραγωνίζω
ἀποτετραίνω
ἀπότευγμα
ἀποτευκτέω
ἀποτευκτικός
ἀπότευξις
ἀποτεφρόω
ἀποτηγανίζω
ἀποτήκω
ἀποτῆλε
ἀποτηλόθεν
ἀποτηλόθι
ἀποτηλοῦ
ἀπότηξις
ἀποτηρέω
ἀποτίβατος
ἀποτίθημι
ἀποτίθησιν
ἀποτίκτω
ἀποτιλάω
ἀποτίλλω
View word page
ἀποτηλόθεν
ἀπο-τηλόθεν· μακρόθεν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀποτηλόθεν
Headword (normalized):
ἀποτηλόθεν
Headword (normalized/stripped):
αποτηλοθεν
IDX:
14042
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-14043
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀπο-τηλόθεν·</span> <span class="foreign greek">μακρόθεν,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}